Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2021

Διδασκαλία της Αγγλικής στο Νηπιαγωγείο

 

Για ποιο λόγο να εισαχθεί η διδασκαλία της αγγλικής στα νηπιαγωγεία;


Η εισαγωγή μιας οποιασδήποτε επιπρόσθετης γλώσσας στην προσχολική ηλικία δεν αποτελεί μόνο μια γλωσσική ικανότητα. Είναι πρωτίστως μια δημιουργική διαδικασία που επηρεάζει θετικά την ολιστική ανάπτυξη των παιδιών.  Άλλωστε, η αγγλική γλώσσα αποτελεί πλέον μια βασική δεξιότητα και όχι απλώς μια ξένη γλώσσα. Εκτός των άλλων αποτελεί τη ‘γλώσσα πρόσβασης στον κόσμο’.

Ειδικότερα, τα πλεονεκτήματα της εκμάθησης γλωσσών από μικρή ηλικία δεν σχετίζονται απλώς με την εκμάθηση γλωσσών και τη μελλοντική επιτυχία, αλλά και με άλλα οφέλη, γνωστικά, κοινωνικά, πολιτισμικά, ψυχο-συναισθηματικά. Επομένως,  η συνεισφορά μιας ξένης γλώσσας στο Νηπιαγωγείο συμβάλλει στην ολόπλευρη ανάπτυξη του παιδιού.

Εξάλλου, έρευνες καταγράφουν την ανάπτυξη γλωσσικών αλλά και γνωστικών δεξιοτήτων καθώς και δεξιοτήτων της μνήμης, της διατήρησης προσοχής και της ικανότητας επίλυσης προβλημάτων, όταν το παιδί κατακτά μια νέα γλώσσα.

Παράλληλα, σημειώνονται θετικά οφέλη και ως προς την ψυχο-συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού με ενίσχυση της αυτοπεποίθησης καθώς και της καλλιέργεια θετικής στάσης ως προς τις ξένες γλώσσες, τον πολιτισμό άλλων χωρών και τη διαφορετικότητα.  

Εστιάζοντας, στην προσχολική εκπαίδευση, η εισαγωγή των αγγλικών γίνεται αντιληπτή ως προοπτική πολυγραμματισμού καθώς και ως πολιτισμική πρακτική, που σχετίζεται με τις εμπειρίες των παιδιών με τον κόσμο, ώστε να τα βοηθήσει να θέσουν τα θεμέλια για την ανάπτυξη μιας ταυτότητας υπηκοότητας, τόσο ευρωπαϊκής όσο και παγκόσμιας. Η ιδέα βασίζεται σε μια κοινωνικό-παιδαγωγική προοπτική, που δίνει έμφαση στην εισαγωγή των αγγλικών ως μέσο:

  • προώθησης των εκφραστικών εργαλείων και της πολυγλωσσικής ευαισθητοποίησης των παιδιών,
  • ενίσχυσης των κινήτρων, της αγάπης και της εμπιστοσύνης τους στην εκμάθηση γλωσσών,
  • ανάπτυξης διαπολιτισμικής ευαισθησίας και σεβασμού,
  • ενίσχυσης της διαφοροποιημένης πολιτισμικής και γλωσσικής ταυτότητας των παιδιών, τη θετικής εικόνας του εαυτού τους και της χρήσης της μητρικής γλώσσας, ως πλεονέκτημα στη μαθησιακή διαδικασία και την επικοινωνία.